Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Ηττημένος είναι μόνο όποιος τα παρατάει

Στον κύκλο της φύσης δεν υπάρχει νίκη ούτε ήττα: υπάρχει κίνηση. Ο χειμώνας μάχεται να επικρατήσει, στο τέλος όμως αναγκάζεται να παραχωρήσει τη νίκη στην άνοιξη, που φέρνει μαζί της λουλούδια και χαρά.
Το καλοκαίρι θέλει να κρατήσουν οι ζεστές του μέρες για πάντα, γιατί είναι πεπεισμένο ότι η ζέστη είναι ευερ­γετική για τη γη. Τελικά όμως αποδέχεται την άφιξη του φθινοπώρου, που θα επιτρέψει στη γη να ξεκουραστεί.
Η γαζέλα τρώει το χορτάρι και την καταβροχθίζει το λιοντάρι. Το θέμα δεν είναι ποιος είναι ο πιο δυνατός, αλ­λά πώς μας δείχνει ο Θεός τον κύκλο του θανάτου και της ανάστασης.
Στον κύκλο αυτό δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, μονάχα στάδια που πρέπει να ολοκληρωθούν. Όταν το καταλάβει αυτό η καρδιά του ανθρώπου, θα απελευθερω­θεί. Θα αποδέχεται χωρίς πόνο τις δύσκολες στιγμές και δε θα αφήνεται να ξεγελαστεί από τις στιγμές της δόξας.
Και τα δύο θα περάσουν. Η μία κατάσταση θα διαδε­χτεί την άλλη. Και ο κύκλος θα συνεχιστεί μέχρι να απε­λευθερωθούμε από τη σάρκα και να συναντηθούμε με τη θεϊκή Ενέργεια.
Έτσι, όταν ο παλαιστής βγει στην αρένα -είτε από δι­κή του επιλογή είτε επειδή τον έστειλε εκεί το μυστηριώ­δες πεπρωμένο-, ας νιώθει χαρά το πνεύμα του για τη μά­χη που θα δώσει. Αν διατηρήσει την αξιοπρέπεια και την τιμή του, δε θα ηττηθεί ποτέ, ακόμα κι αν χάσει τον αγώ­να, επειδή η ψυχή του θα είναι άθικτη.
Και δε θα κατηγορήσει κανέναν γι’ αυτό που του συμ­βαίνει. Από τότε που αγάπησε για πρώτη φορά και τον απέρριψαν κατάλαβε πως αυτό δε σκότωσε την ικανότη­τά του να αγαπάει. Ό,τι ισχύει στον έρωτα ισχύει και στον πόλεμο.

Παίζουμε το μοναχικό αλλά υπέροχο παιχνίδι τένις και χάνουμε σε έναν αγώνα.
Όταν χάνουμε έναν αγώνα ή όλα όσα νομίζαμε πως εί­χαμε στη ζωή, ζούμε στιγμές δυστυχίας. Όταν όμως οι στιγμές αυ­τές περνούν, ανακαλύπτουμε μια άγνωστη δύναμη που υπάρχει μέσα στον καθένα από μας, μια δύναμη που μας εκπλήσσει και αυξάνει τον αυτοσεβασμό μας.
Μόνο όσοι δεν αναγνωρίζουν τη δύναμη αυτή λένε: «Έχασα». Και νιώθουν λύπη.
Άλλοι όμως, ακόμα κι αν υποφέρουν από την ήττα και ταπεινώνονται από τις ιστορίες που διαδίδουν γι’ αυτούς οι νικητές, επιτρέπουν στον εαυτό τους να δακρύσει, μα ποτέ δε νιώθουν αυτολύπηση. Ξέρουν απλώς πως η μάχη διακόπηκε και πως τη συγκεκριμένη στιγμή οι ίδιοι βρίσκο­νται σε μειονεκτική θέση.
Ακούν τους χτύπους της καρδιάς τους. Προσέχουν πως βρίσκονται σε ένταση. Πως φοβούνται. Κάνουν έναν απο­λογισμό της ζωής τους και ανακαλύπτουν πως, παρά τον τρόμο που αισθάνονται, η πίστη καίει ακόμα στην καρ­διά τους και τους ωθεί προς τα εμπρός.
Προσπαθούν να μάθουν πού έκαναν λάθος και πού όχι. Εκμεταλλεύονται τη στιγμή που είναι πεσμένοι κάτω για να ξεκουραστούν, για να γιατρέψουν τις πληγές τους, να ανακαλύψουν νέες στρατηγικές και να εξοπλιστούν καλύτερα.
Και φτάνει μια μέρα που τους χτυπά την πόρτα μια καινούρια μάχη, ένας νέος αγώνας. Ο φόβος υπάρχει ακόμα, όμως πρέπει να δράσουν – αλλιώς θα μείνουν πεσμένοι για πάντα. Ση­κώνονται, αντικρίζουν τον αντίπαλο και θυμούνται τη λύπη που έζησαν και δε θέλουν να ξαναζήσουν.
Η προηγούμενη ήττα τούς αναγκάζει να νικήσουν τού­τη τη φορά, αφού δε θέλουν να ξαναζήσουν την ίδια λύπη.
Κι αν η νίκη δεν έρθει αυτή τη φορά, θα έρθει την επό­μενη. Κι αν όχι την επόμενη, τη μεθεπόμενη. Το χειρό­τερο δεν είναι να πέφτεις, είναι να μη σηκώνεσαι.
Ηττημένος είναι μόνο όποιος παραιτείται. Οι άλλοι εί­ναι όλοι νικητές.
Και θα έρθει η μέρα που οι δύσκολες στιγμές θα είναι μονάχα ιστορίες τις οποίες θα αφηγούνται περήφανοι σε όποιον θέλει να τους ακούσει. Και όλοι θα ακούν με σε­βασμό, και θα μάθουν να έχουν τρία σημαντικά πράγμα­τα:
Υπομονή, και να περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να δράσουν.
Σοφία, για να μην αφήσουν την επόμενη ευκαιρία να ξεφύγει.
Και περηφάνια για τις ουλές τους.
Οι ουλές είναι μετάλλια χαραγμένα στη σάρκα τους με φωτιά και σίδερο και θα τρομάζουν τους εχθρούς τους, γιατί θα δείχνουν πως ο άνθρωπος που στέκεται απένα­ντι τους έχει μεγάλη εμπειρία στη μάχη. Συχνά αυτό μας κάνει να επιζητάμε το διάλογο και να αποφεύγουμε τις συγκρούσεις.
Οι ουλές μιλούν πιο δυνατά από την κόψη του σπα­θιού που τις δημιούργησε.