Μια μέρα, κάποιος προσέβαλε άσχημα δημοσίως έναν φιλόσοφο και ποιητή λέγοντάς του:
- Είσαι παλιάνθρωπος, πότης και κλέφτης!
Ο φιλόσοφος και ποιητής δεν απάντησε, αλλά απλώς χαμογέλασε.
Ένας άντρας ντυμένος με κομψά και ακριβά ρούχα βλέποντας αυτή τη σκηνή τον ρώτησε:
- Πώς μπορείς και ανέχεσαι τέτοιες προσβολές; Δεν αισθάνεσαι άσχημα;
Ο φιλόσοφος και ποιητής χαμογέλασε ξανά και του είπε:
- Έλα μαζί μου.
Ο άντρας τον ακολούθησε στη σκονισμένη αποθήκη. Ο φιλόσοφος και ποιητής άναψε φωτιά και άρχισε να ψάχνει τριγύρω, μέχρι που βρήκε μια άχρηστη, κουρελιασμένη ρόμπα. Την έδωσε στον άντρα και του είπε:
- Φόρεσέ τη, θα σου κάνει.
Ο άντρας κοίταξε τη ρόμπα και αγανάκτησε:
- Τι είναι αυτά τα βρώμικα κουρέλια; Εγώ φορώ όμορφα και ακριβά ρούχα, θα πρέπει να είσαι τρελός! Και του πέταξε πίσω τη ρόμπα.
- Βλέπεις, του είπε ο φιλόσοφος και ποιητής, φυσικά και δεν θέλεις να δοκιμάσεις αυτά τα κουρέλια. Έτσι κι εγώ, δεν ήθελα να δοκιμάσω τα βρώμικα λόγια, που μου πέταξε εκείνος ο άνθρωπος.
Το να ταράσσεται λοιπόν κάποιος και να θυμώνει από τις προσβολές των άλλων, είναι σαν να θέλει να φορέσει τα κουρέλια που του ρίχνουν.
- Είσαι παλιάνθρωπος, πότης και κλέφτης!
Ο φιλόσοφος και ποιητής δεν απάντησε, αλλά απλώς χαμογέλασε.
Ένας άντρας ντυμένος με κομψά και ακριβά ρούχα βλέποντας αυτή τη σκηνή τον ρώτησε:
- Πώς μπορείς και ανέχεσαι τέτοιες προσβολές; Δεν αισθάνεσαι άσχημα;
Ο φιλόσοφος και ποιητής χαμογέλασε ξανά και του είπε:
- Έλα μαζί μου.
Ο άντρας τον ακολούθησε στη σκονισμένη αποθήκη. Ο φιλόσοφος και ποιητής άναψε φωτιά και άρχισε να ψάχνει τριγύρω, μέχρι που βρήκε μια άχρηστη, κουρελιασμένη ρόμπα. Την έδωσε στον άντρα και του είπε:
- Φόρεσέ τη, θα σου κάνει.
Ο άντρας κοίταξε τη ρόμπα και αγανάκτησε:
- Τι είναι αυτά τα βρώμικα κουρέλια; Εγώ φορώ όμορφα και ακριβά ρούχα, θα πρέπει να είσαι τρελός! Και του πέταξε πίσω τη ρόμπα.
- Βλέπεις, του είπε ο φιλόσοφος και ποιητής, φυσικά και δεν θέλεις να δοκιμάσεις αυτά τα κουρέλια. Έτσι κι εγώ, δεν ήθελα να δοκιμάσω τα βρώμικα λόγια, που μου πέταξε εκείνος ο άνθρωπος.
Το να ταράσσεται λοιπόν κάποιος και να θυμώνει από τις προσβολές των άλλων, είναι σαν να θέλει να φορέσει τα κουρέλια που του ρίχνουν.