«Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε μια κακιά γυναίκα, σωστή μέγαιρα.
Δεν αγαπούσε κανέναν -πέρα από τον εαυτό της-, δεν είχε κάνει ποτέ και
σε κανέναν καλό και μόνο κακό λόγο είχε να πει για όλους. Όταν πέθανε,
την άρπαξαν οι δαίμονες και την πέταξαν στη Φλογισμένη Λίμνη της
Κολάσεως.
Μόλις το αντιλήφθηκε ο φύλακας άγγελός της (ω ναι, όσο στριμμένοι
κι αν είμαστε, όλοι έχουμε κι από έναν…) κάθισε και σκέφτηκε, “Πρέπει
να θυμηθώ κάποια καλή της πράξη για να διηγηθώ στο Θεό ώστε να σώσει τη
Ψυχή της”. Θυμήθηκε και χαρούμενος όπως ήταν, πάει στο Θεό: “Αυτή, του
λέει με ενθουσιασμό, έβγαλε ένα κρεμμυδάκι φρέσκο από το περιβόλι της
και το έδωσε σε έναν ζητιάνο που πεινούσε”. Κι ο Θεός απαντάει: “Πάρε,
λοιπόν, εκείνο το κρεμμυδάκι και πήγαινε πάνω από τη λίμνη. Κράτα γερά
το κρεμμυδάκι από τη μία άκρη και πες στη γριά να πιαστεί από την άλλη.
Μόλις πιαστεί, τράβα την. Αν καταφέρεις να την τραβήξεις έξω από τη
λίμνη, τότε δικαιούται να πάει στον Παράδεισο. Όμως… αν σπάσει το
κρεμμυδάκι, σημαίνει πως η Ψυχή της ανήκει στην Κόλαση”.
Έτρεξε βιαστικά ο άγγελος στη γριά και της φώναξε, “Έλα, πιάσου
γερά από το κρεμμυδάκι και εγώ θα σε τραβήξω έξω”. Κι άρχισε να την
τραβάει προσεκτικά. Την είχε βγάλει σχεδόν ολόκληρη από τη λίμνη και της
χαμογελούσε γεμάτος ελπίδα, μα μόλις είδαν οι άλλοι αμαρτωλοί που την
τραβούσε έξω, γαντζώθηκαν από τα πόδια της, για να σωθούν κι αυτοί. Μα η
γυναίκα ήταν πραγματικά κακότροπη, άσπλαχνη, κι άρχισε να τους κλωτσάει
με μανία! “Εμένα θέλει να σώσει, όχι εσάς. Δικό μου είναι το
κρεμμυδάκι, όχι δικό σας, ΔΙΚΟ ΜΟΥ!” Μόλις η γριά ξεστόμισε αυτά τα
λόγια, το κρεμμυδάκι έσπασε κι αυτή έπεσε πάλι στη λίμνη και στα έγκατα
της λήθης…»
Η διαχρονική αυτή ιστορία,
μας διδάσκει πως η κόλαση στην οποία είμαστε τόσο εθισμένοι, είναι
ο ασφυκτικός εναγκαλισμός με τον εαυτό μας ώστε κάθε τι που κάνουμε,
ακόμη και κάτι που κάνουμε για άλλους, τελικά έχει ως στόχο μόνο τον
εαυτό μας, ή καλύτερα, τον εγωισμό μας. Κόλαση, είναι η αποκοπή μας από
το πνεύμα, είναι ο κομπλεξικός, αλαζονικός, υπεροπτικός εγωκεντρισμός
μας και η πεποίθηση ότι όλοι οι υπόλοιποι είναι υποδεέστεροί μας.
Γίνεται συχνά λόγος για το δίπολο «ύλης-πνεύματος» και τη μεταξύ τους
σύγκρουση «στον πηγαιμό προς την Ιθάκη». Όπου Ιθάκη, είναι το σπίτι
μας, ο αληθινός μας εαυτός, ο οποίος δεν αποζητά υλικά αγαθά στην
υπερβολή τους. Η ύλη και κατ’ επέκταση το σώμα μας, είναι ένα μέσο
ύπαρξης, ένα avatar για τους πιο εξοικειωμένους, στο οποίο ο κεντρικός
πυρήνας και η κινητήρια δύναμη είναι το «Εγώ». Από τη στιγμή που μία
Ψυχή «γειώνεται» όλο και περισσότερο με τα χρόνια, η πλειοψηφία της
ενέργειας που επιστρατεύει είναι για την απόκτηση υλικών αγαθών, καθώς
με την εξασφάλισή τους, πιστεύει ότι διασφαλίζει και την πολυπόθητη
«ελευθερία» του.
Η ύλη όμως, δεν είναι παρά ένας κραυγαλέος κατακτητής.
Υποδουλώνει, καθυποτάσσει, θολώνει την «όραση» και αποπροσανατολίζει. Το
αστείο (και τραγικό παράλληλα) με τον άνθρωπο, είναι πως αυτό που
νομίζει πως τον απελευθερώνει, στην ουσία τον υποδουλώνει…
Το αντίδοτο για την μιζέρια, είναι το πνεύμα και η αγάπη. Από τη
στιγμή που κάποιος γυρνά τη πλάτη του στην ύλη –κάτι εξαιρετικά δύσκολο–
βλέπει τα πάντα από άλλη οπτική γωνία, έχει διαφορετικές επιθυμίες.
Έχει σωστές επιθυμίες.
Ελευθερία δεν είναι να έχει κάποιος ό,τι
επιθυμεί, αλλά να επιθυμεί αυτά που ξέρει ότι θα τον βοηθήσουν στον
δύσκολο δρόμο προς την αυτοπραγμάτωση.
Η πραγματική ελευθερία δεν είναι
να εκπληρώνει κανείς κάθε επιθυμία και ευχή του, γιατί σαν κοινός
θνητός, δεν ξέρει τι είναι σωστό για εκείνον. Πρέπει να προσέχει κανείς
τι εύχεται, πολλές θα είναι οι φορές που θα εισακουστεί από Κάποιον εκεί
πάνω στο Σύμπαν και ο Κάποιος θα εκπληρώσει την ευχή του -η οποία
συνήθως αφήνει δυσάρεστα κατάλοιπα- σε μία ύστατη προσπάθεια να του
«ανοίξει τα μάτια». Έτσι ματαιωνόμαστε, δεν εναρμονίζουμε τα «θέλω» μας
με τα «πρέπει» της μοίρας μας. Γιατί ελευθερία είναι να επιθυμεί κανείς
κάθε τι που εκπληρώνει τον σκοπό για τον οποίο είναι πλασμένος, τα
«πρέπει» της μοίρας δεν υποδουλώνουν όπως εύλογα ενδεχομένως μας
φαίνεται με μία πρώτη ματιά. Αντιθέτως, όσο «δύστροπα» κι αν μας
φαίνονται, στην ουσία είναι τα «αναλγητικά» μας. Πάντα σε αυτά γυρνάμε
για οδηγίες όταν κάνουμε λάθος επιλογές από λάθος επιθυμίες κι ας μη
θέλουμε να το παραδεχτούμε. Αυτά τα «πρέπει» είναι το αλφαβητάρι της
ζωής, με μαθηματική ακρίβεια.
Τα πάντα είναι θέμα επιλογών, αλλά οι σοφές επιλογές πρέπει να είναι
ισορροπημένες και να μην γέρνουν προς τη μία πλευρά της ζυγαριάς. Ακόμη
κι αν η ζωή από μόνη της, χαρίσει άφθονα υλικά αγαθά σε κάποιον, αυτός
πρέπει να τα μοιραστεί, χωρίς ανταλλάγματα. Τίποτα πάνω σε αυτόν τον
πλανήτη δεν είναι ολότελα δικό μας, ακόμη κι αν περιουσίες ολόκληρες
αποκτήσουμε, με τον έναν τρόπο ή τον άλλον. όπως λέει και ο ιερός Χρυσόστομος "γελάω όταν ακούω να λένε οι άνθρωποι αυτό ή εκείνο είναι ιδιοκτησία μου, διότι σε αυτή την ζωή μόνο την επικαρπία έχουμε".
Αχ πόσο σοφή είναι η παρότρυνση του Ιησού Χριστού "ζητείτε την Βασιλεία του Θεού και την Δικαιοσύνη Αυτού και όλα όσα θέλετε και ακόμη περισσότερα θα προστεθούν σε σάς".
Το κρεμμυδάκι, λοιπόν, στην ιστορία μας είναι ο μοχλός της αγάπης και
το μέσο προς τη σωτηρία. Σε πολλές αρχαίες παραδόσεις, το κρεμμυδάκι,
συμβόλιζε μία κρυμμένη, προστατευμένη παγκόσμια αλήθεια ή μυστικό.
Πολλές φορές μάλιστα, το κρεμμύδι αλλά και το κρεμμυδάκι, αντικαθιστούσε
το σκόρδο ως φυλαχτό κατά των δαιμόνων.
Ο φύλακας – άγγελος, είναι τα
«πρέπει» της μοίρας μας που θέλουν να μας καθοδηγήσουν και να μας
βγάλουν από την ματαιότητα. Είναι η μήτρα του Σύμπαντος, η οποία
προσφέρει ευκαιρίες για αναγέννηση και κάθαρση.
Η Φλογισμένη
Λίμνη της Κόλασης, είναι η καθημερινότητά πάνω στη Γη αλλά, κυρίως,
συμβολίζει την προσωπική ψυχολογική κόλαση που βιώνει κάθε άνθρωπος,
γιατί κατά βάθος η Ψυχή ξέρει πως διάλεξε λάθος μονοπάτι.
Συνεπώς,
αντενεργεί μέσω του πόνου για να αφυπνίσει την θεϊκή πνοή –το πνεύμα–
που βρίσκεται σε χειμέρια νάρκη, κάπου βαθιά υπό τα σαρκικά σκεπάσματα
κάθε ανθρώπινης ύπαρξης, ακριβώς όπως τα στρώματα που ξεφλουδίζουμε από
το κρεμμυδάκι..