Κάποιος που αγαπούσε το Θεό έστρεψε το πρόσωπό του στην
έρημο. Ο πατέρας του, θλιμμένος από την απουσία του, ούτε έτρωγε ούτε κοιμόταν.
Κάποιος νουθέτησε το γιο, ο οποίος είπε: «Από το στιγμή που ο
Φίλος μου με διεκδίκησε σαν δικό Του, καμία άλλη φιλία δεν έχω. Όταν μου αποκάλυψε
το κάλλος Του, όλα τα υπόλοιπα που βλέπω αποδείχτηκαν ανύπαρκτα.
Αυτοί που Τον αγαπούν δεν νοιάζονται για κανέναν άλλο∙ οι αισθήσεις τους είναι συγκεχυμένες και τα αυτιά τους είναι
κουφά στα λόγια όσων τους μέμφονται.
Περιπλανώνται μέσα στην έρημο της Θείας Γνώσης χωρίς
καραβάνι.
Δεν έχουν
καμιά ελπίδα επιδοκιμασίας από τους φίλους τους γιατί είναι οι διαλεγμένοι από τους
εκλεκτούς του Θεού.