Ξυπνάς σχεδόν την
ίδια ώρα κάθε πρωί, πηγαίνεις στη δουλειά σου, συναναστρέφεσαι τους ίδιους
ανθρώπους, συναντάς τους φίλους σου, κάνεις τις δραστηριότητες που έχεις
επιλέξει, επιστρέφεις στο σπίτι σου, περνάς χρόνο με την οικογένειά σου,
τακτοποιείς τις εκκρεμότητες της ημέρας και πέφτεις για ύπνο.
Για να ξυπνήσεις
την επόμενη μέρα και να επαναλάβεις το ίδιο ακριβώς πρόγραμμα, σχεδόν με
μαθηματική ακρίβεια. Ένας κύκλος επαναληψιμότητας που διαιωνίζεται, με
ελάχιστες μικρές εξαιρέσεις, που πολλές φορές μπορεί και να σε ενοχλούν κιόλας.
Ένας κύκλος που σου δίνει την ψευδαίσθηση της σταθερότητας, του ακίνητου, του
δυνατού, του ακλόνητου. Μια ψευδαίσθηση πως δε μεγαλώνεις, δεν αλλάζεις, δε
φθείρεσαι. Εσύ, οι σχέσεις σου, η ζωή σου…
Μέχρι που γίνεται
κάτι. Κάτι ξαφνικό – και συνήθως βίαιο – που σου τα ανατρέπει όλα σε χρόνο
μηδέν! Που σε αναγκάζει να βγεις από τον κύκλο της επαναληψιμότητας που
συντηρούσες ευλαβικά σχεδόν στην μάταιη προσπάθειά σου να κρατήσεις τα πάντα
γύρω σου ίδια. Γίνεται κάτι που σε κάνει να συνειδητοποιείς ξαφνικά, πως τίποτα
δεν είναι σταθερό, μόνιμο, ίδιο και ανεπηρέαστο από το χρόνο, ο οποίος είτε τον
παρατηρείς είτε όχι, ακολουθεί την πορεία του αδιάκοπα. Μια αίσθηση πως
βυθίζεσαι σε παγωμένο νερό, παρασυρμένος από κάποιου είδους δύνη που σε
εγκλώβισε αιφνιδιαστικά μέσα της.
Και τότε, έχεις
δύο επιλογές. Να παραιτηθείς στη δύναμή της και να αφεθείς σε βέβαιο πνιγμό, ή
να παλέψεις να βγεις στην επιφάνεια, πριν η θερμοκρασία του σώματός σου πέσει
κάτω από την αναγκαία προς επιβίωση και πριν απελευθερώσουν τα πνευμόνια σου
την τελευταία τους ανάσα.
Υπάρχει όμως και
μια ακόμα επιλογή. H επιλογή
να θυμίζεις στον εαυτό σου κάθε πρωί, πως τίποτα δεν είναι δεδομένο. Πως
μπορείς να ζεις την κάθε μέρα σου, απαλλαγμένος από την ανάγκη να θεωρείς πως
όλα γύρω σου είναι σταθερά. Πως την ίδια στιγμή που το σώμα σου κρυώνει, σε
κάποιο άλλο μέρος της γης, το ίδιο σώμα θα ένιωθε ζεστό. Και πως είναι δική σου
επιλογή να του επιτρέπεις να βιώνει τη μία αίσθηση ή την άλλη, επιλέγοντας το
πού θες να ζήσεις.
Να θυμίζεις στον
εαυτό σου πως οι άνθρωποι δε θα ‘ναι για πάντα δίπλα σου, ούτε κι εσύ δίπλα σ’
αυτούς. Όχι γιατί πρέπει απαραίτητα να το επιλέξει κάποιος αυτό, αλλά γιατί η
φθαρτή φύση όλων μας, απλά το απαγορεύει. Να θυμάσαι πως όσα χρήματα κι αν
πασχίζεις να εξασφαλίσεις, εάν ο τρόπος με τον οποίο το πετυχαίνεις δε σε
τροφοδοτεί με ενέργεια, τότε απλά σου στερεί το χρόνο που θα περνούσες
χαρούμενη κάνοντας κάτι άλλο. Ακόμη κι αν εξασφάλιζες έτσι λιγότερα χρήματα.
Πως η λέξη «ασφάλεια»
στην οποία δίνεις τόσο μεγάλη σημασία, είναι τουλάχιστον υπερεκτιμημένη σε έναν
πλανήτη που βάλλεται από τα στοιχεία της φύσης κι από τη δύναμη των πραγματικά
ισχυρών και μπορεί ανά πάσα στιγμή να σε αφήσει χωρίς σπίτι, χωρίς τροφή, χωρίς
νερό, χωρίς αέρα να αναπνεύσεις. Πως οι άνθρωποι δεν είναι κτήμα σου, ούτε κι
εσύ είσαι το κτήμα κανενός. Και πως ευτυχισμένη δε γίνεσαι μέσα από σχέσεις που
μένουν σταθερές, αλλά μέσα από εκείνες που εμπεριέχουν κίνηση κι εξέλιξη
παράλληλη.
Πως αν φοβάσαι να
ζήσεις, να ρισκάρεις, να τολμήσεις, τότε πεθαίνεις κάθε μέρα. Γιατί ο φόβος
είναι ο μόνος σου εχθρός… όχι το άγνωστο. Να θυμίζεις στον εαυτό σου, πως η ζωή
αλλάζει κάθε στιγμή! Όπως και κάθε κύτταρό σου…